Σκρέκας Γεώργιος
Γεώργιος Σκρέκας
Γεώργιος Σκρέκας | |
---|---|
α/α | 100111 |
Επώνυμο | Σκρέκας |
Όνομα | Γεώργιος |
Πόλη καταγωγής | Μεγάρχη |
Νομός καταγωγής | Τρικάλων |
Ημερομηνία Γέννησεως | 09 Μαΐου 1910 |
Πατρώνυμο | Βασίλειος Σκρέκας |
Μητέρα | Αικατερίνα |
Σύζυγος | Ευθυμία Ντούμα |
Εκκλησιαστικό Αξίωμα | Ιερεύς, Εφημέριος |
Ιερός Ναός | Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου, Μεγάρχη Τρικάλων |
Εκκλησιαστική περιοχή | Ιερά Μητρόπολις Τρίκκης και Σταγών |
Τόπος θυσίας | Νεραϊδοχώρι Τρικάλων |
Ημερομηνία θυσίας | 11 Απριλίου 1947 |
Εφονεύθη από την οργάνωση | Εθνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (Ε.Λ.Α.Σ.) |
Σκρέκας Γεώργιος (Μαΐου 09, 1910 - † 11 Απριλίου 1947). Διετέλεσε Ιερεύς και Εφημέριος στον Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου (Μεγάρχη Τρικάλων) στην Ιερά Μητρόπολις Τρίκκης και Σταγών.
Βιογραφικό
Ο π. Γεώργιος Σκρέκας γεννήθηκε στη Μεγάρχη των Τρικάλων στις 9 Μαΐου 1910. Ήταν γιος του Βασιλείου και της Αικατερίνας Σκρέκα[1]. Στο χωριό του έλαβε την στοιχειώδη μόρφωση και κατόπιν παρηκολούθησε μαθήματα του Ελληνικού Σχολείου στα Τρίκαλα. Το 1933, έχοντας υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία, νυμφεύθηκε την Ευθυμία Ντούμα, με την οποία απέκτησε έξι παιδιά. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1938, χειροτονήθηκε Διάκονος και μετά από δύο ημέρες, Πρεσβύτερος.
Έγινε εφημέριος πρώτα στο χωριό Νικλίτσι, ύστερα στην Μεγάρχη και στα Κρανιά και από το 1944 μόνο στην Μεγάρχη, συγκεκριμένα στον Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου του χωριού αυτού. Ως άνθρωπος ήταν πιστός, ενάρετος, γεμάτος δραστηριότητα. Με προσωπικές επεμβάσεις του εξηφανίζοντο οι έχθρες, τα μίση και οι έριδες μεταξὺ των ενοριτών του, τους οποίους κατήυθυνε προς την χριστιανική ζωή.
Κατά την διάρκεια του συμμοριτοπολέμου, οι συμμορίτες όμως τον θεωρούσαν εμπόδιο στα σχέδιά τους[2] και τον συνέλαβαν τρεις φορές, αλλά τον άφησαν ελεύθερο[3]. Οι φίλοι του και οι δικοί του τον παρακινούσαν να εγκαταλείψει την Μεγάρχη, αλλά εκείνος απαντούσε: «Η ζωή μου δεν έχει τόσην αξίαν όσην οι χριστιανοί μου. Είμαι κήρυξ των χριστιανικών αληθειών, δούλος Χριστού και ποιμήν λογικών προβάτων. Πως να τα εγκαταλείψω; Θὰ τὰ κατασπαράξουν οι βαρείς λύκοι ποὺ δὲν φείδονται του ποιμνίου. Θα μείνω πλησίον των χριστιανών μου. Ουδένα ηδίκησα. Τουναντίον όλους τους έχω εξυπηρετήσει και υποχρεώσει. Τρεις φορές έως τώρα με έχουν συλλάβει, αλλά ο Παντοδύναμος Θεός με έσωσε. Θα μείνω εις το χωριό, ωσότου ο Ειρηνοποιός Κύριος στείλη την ειρήνη εις τὸν τόπον μας καὶ επανέλθει η χαρα και η ασφάλεια»[4].
Στις 27 Μαρτίου 1947, μπήκαν στην οικία του π. Γεωργίου και άρπαξαν, έκλεψαν και ρήμαξαν ό,τι βρήκαν[5]. Ανάγκασαν τον πατέρα και τον θείο του Ιερέως να οδηγήσουν τα ζώα στο χωριό Πρόδρομο, με την συνοδεία δύο οπλισμένων συμμοριτών[6]. Έπειτα έκλεισαν τον π. Γεώργιο σε ένα σταύλο και άρχισαν να τον δέρνουν με λύσσα[7]. Σε λίγο, ο π. Γεώργιος δίψασε και άρχισε νὰ κραυγάζει για λίγο νερό[8]. Η πρεσβυτέρα έτρεξε για να τον ανακουφίσει[9], αλλά οι συμμορίτες πήραν το νερό, που έφερε[10], το περιέχυσαν στον π. Γεώργιο[11] και τους έδειραν και τους δύο[12]. Την επόμενη ημέρα, πήραν τὸν π. Γεώργιο, όντα ξυπόλητο, μισόγυμνο και μισοπεθαμένο[13] και τον έφεραν στο Γοργογύρι, όπου τον έκλεισαν σε έναν αχυρώνα[14] και τον έδερναν με την σειρά[15].
Ο εφημέριος Γοργογυρίου, μόλις έμαθε τὸ γεγονός, έτρεξε κοντὰ στον συλλειτουγό του, αλλά οι παρακλήσεις του στους συμμορίτες να αφήσουν ελεύθερο τον π. Γεώργιο απέβησαν άκαρπες[16]. Ο π. Γεώργιος, αφού χαιρέτησε με μεγάλη συγκίνηση τὸν συνάδελφό του, του είπε: «Ο Θεός γνωρίζει τί θα απογίνω. Εάν με καλέσει κοντά του δια μαρτυρίου, ας είναι ευλογημένο τὸ ὄνομά Του. Ας γίνει τὸ θέλημά Του»[17].
Όταν ξεκινούσαν είδε την πρεσβυτέρα του να τρέχει κοντά του, με την ελπίδα να τον γλιτώσει, αλλά δεν την άφηναν να πλησιάσει[18]. Ο π. Γεώργιος της φώναξε: «Εδώ είσαι, παπαδιά; Ελπιζε στὸ Θεό. Εκεῖνος διευθύνει. Υπομονή!»[19].
Οι συμμορίτες, για να παραπλανήσουν την πρεσβυτέρα ότι δήθεν θα τον αφήσουν ελεύθερο[20], τον ανέβασαν σε ένα ζώο[21]. Μόλις, όμως, βγήκαν απὸ τὸ χωριό, τον κατέβασαν βάναυσα[22] και όντας μισοπεθαμένος[23], τον ανάγκασαν να πεζοπορεί[24].
Όταν έφθασαν στο Νεραϊδοχώρι, τον έριξαν σε ένα σκοτεινό μπουντρούμι[25] και τον βασάνιζαν ως την Μεγάλη Παρασκευή[26] στις 11 Απριλίου 1947. Εκείνη την ημέρα τον σταύρωσαν ζωντανό[27]. Επίσης, τον πυροβόλησαν στο μέτωπο και στους κροτάφους[28], του έβγαλαν τα μάτια[29], ενώ τον λόγχισαν στην δεξιά πλευρά[30].
Όταν ξεψύχησε, τον πέταξαν σε μια χαράδρα και τον σκέπασαν με πέτρες και κλαδιά[31].
Μόλις τὸ Νεραϊδοχώρι ελευθερώθηκε από τον Εθνικό Στρατό, έψαξαν και βρήκαν τα λείψανα τού μάρτυρος ιερέως, τον οποίο κήδευσαν πανδήμως και με εξήντα Ιερείς στα Τρίκαλα[32].
Φωτογραφίες
Βιβλιογραφία
- (Β001) Βαστάκη Κωνσταντίνου, πρωτοπρεσβύτερου, Η προσφορά της Εκκλησίας στη δεκαετία του ΄40, Εταιρεία Ευρυτάνων Επιστημόνων 8, Αθήνα 1996, σελ. 148.
- (Β005) Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ έκδοση (Α΄ έκδοση: 1959), σελ. 204 - 208.
- (Β008) Αβαρικιώτου Αριστοτέλους, Οι Νεομάρτυρες της Φυλής (Παπαγεώργης Σκρέκας), Αθήναι 1960, σελ. 21.
- (Β009) Λάμπρου Ιερέως, Ο ιερομάρτυς Γεώργιος Σκρέκας και η τιμία αυτού πρεσβυτέρα, Ενωμένη Ρωμηοσύνη, Σειρά: Ορθόδοξο βίωμα 7, Θεσσαλονίκη 2023, σελ. σελ. 25 – 26, 31, 33, 36.
Παραπομπές
- ↑ (Β009) Λάμπρου Ιερέως, Ο ιερομάρτυς Γεώργιος Σκρέκας και η τιμία αυτού πρεσβυτέρα, Ενωμένη Ρωμηοσύνη, Σειρά: Ορθόδοξο βίωμα 7, Θεσσαλονίκη 2023, σελ. 26.
- ↑ (Β005) Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ έκδοση (Α΄ έκδοση: 1959), σελ. 206.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π., σελ. 205 – 206.
- ↑ ο. π. Μάλιστα, αναφέρεται ότι όταν πήγαν στο γραφείο του π. Γεωργίου και άρχιζαν να ξεσχίζουν το Ευαγγέλιο, ο π. Γεώργιος τους εμπόδισε. ((Β008) Αβαρικιώτου Αριστοτέλους, Οι Νεομάρτυρες της Φυλής (Παπαγεώργης Σκρέκας), Αθήναι 1960, σελ. 21.)
- ↑ (Β005) Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ έκδοση (Α΄ έκδοση: 1959), σελ. 206.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π., σελ. 206 – 207.
- ↑ ο. π., σελ. 207.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π., σελ. 208.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.
- ↑ ο. π.