Γεώργιος Σκρέκας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Ιερομάρτυρες
Γεώργιος Σκρέκας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 53: Γραμμή 53:
'''Ἀπολυτίκιον'''
'''Ἀπολυτίκιον'''


'''Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης'''
<div style="color:rgb(61, 24, 24)">'''Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης'''</div>
</div>
</div>


Γραμμή 61: Γραμμή 61:
'''Ἕτερον'''
'''Ἕτερον'''


'''Ἦχος γ΄ Θείας πίστεως'''
<div style="color:rgb(61, 24, 24)">'''Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως'''</div>
</div>
</div>



Αναθεώρηση της 21:09, 1 Οκτωβρίου 2024

Γεώργιος Σκρέκας
Σκρέκας-Γεώργιος-01.jpg
α/α100111
ΕπώνυμοΣκρέκας
ΌνομαΓεώργιος
Πόλη καταγωγήςΜεγάρχη
Νομός καταγωγήςΤρικάλων
Ημερομηνία Γέννησεως09 Μαΐου 1910
ΠατρώνυμοΒασίλειος Σκρέκας
ΜητέραΑικατερίνα
ΣύζυγοςΕυθυμία Ντούμα
Εκκλησιαστικό ΑξίωμαΙερεύς, Εφημέριος
Ιερός ΝαόςΙερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου, Μεγάρχη Τρικάλων
Εκκλησιαστική περιοχήΙερά Μητρόπολις Τρίκκης και Σταγών
Τόπος θυσίαςΝεραϊδοχώρι Τρικάλων
Ημερομηνία θυσίας11 Απριλίου 1947
Εφονεύθη από την οργάνωσηΕθνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (Ε.Λ.Α.Σ.)

Σκρέκας Γεώργιος (Μαΐου 09, 1910 - † 11 Απριλίου 1947). Διετέλεσε Ιερεύς και Εφημέριος στον Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου, στην Μεγάρχη Τρικάλων, στην Ιερά Μητρόπολη Τρίκκης και Σταγών.

Βιογραφικό

Ο π. Γεώργιος Σκρέκας γεννήθηκε στη Μεγάρχη των Τρικάλων στις 9 Μαΐου 1910. Ήταν γιος του Βασιλείου και της Αικατερίνας Σκρέκα[1]. Στο χωριό του έλαβε την στοιχειώδη μόρφωση και κατόπιν παρηκολούθησε μαθήματα του Ελληνικού Σχολείου στα Τρίκαλα. Το 1933, έχοντας υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία, νυμφεύθηκε την Ευθυμία Ντούμα, με την οποία απέκτησε έξι παιδιά. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1938, χειροτονήθηκε Διάκονος και μετά από δύο ημέρες, Πρεσβύτερος.

Έγινε εφημέριος πρώτα στο χωριό Νικλίτσι, ύστερα στην Μεγάρχη και στα Κρανιά και από το 1944 μόνο στην Μεγάρχη, συγκεκριμένα στον Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου του χωριού αυτού. Ως άνθρωπος ήταν πιστός, ενάρετος, γεμάτος δραστηριότητα. Με προσωπικές επεμβάσεις του εξηφανίζοντο οι έχθρες, τα μίση και οι έριδες μεταξύ των ενοριτών του, τους οποίους κατήυθυνε προς την χριστιανική ζωή.

Κατά την διάρκεια του συμμοριτοπολέμου, οι συμμορίτες όμως τον θεωρούσαν εμπόδιο στα σχέδιά τους[2] και τον συνέλαβαν τρεις φορές, αλλά τον άφησαν ελεύθερο[3]. Οι φίλοι του και οι δικοί του τον παρακινούσαν να εγκαταλείψει την Μεγάρχη, αλλά εκείνος απαντούσε: «Η ζωή μου δεν έχει τόσην αξίαν όσην οι χριστιανοί μου. Είμαι κήρυξ των χριστιανικών αληθειών, δούλος Χριστού και ποιμήν λογικών προβάτων. Πως να τα εγκαταλείψω; Θα τα κατασπαράξουν οι βαρείς λύκοι που δὲν φείδονται του ποιμνίου. Θα μείνω πλησίον των χριστιανών μου. Ουδένα ηδίκησα. Τουναντίον όλους τους έχω εξυπηρετήσει και υποχρεώσει. Τρεις φορές έως τώρα με έχουν συλλάβει, αλλά ο Παντοδύναμος Θεός με έσωσε. Θα μείνω εις το χωριό, ωσότου ο Ειρηνοποιός Κύριος στείλη την ειρήνη εις τον τόπον μας και επανέλθει η χαρα και η ασφάλεια»[4].

Στις 27 Μαρτίου 1947, μπήκαν στην οικία του π. Γεωργίου και άρπαξαν, έκλεψαν και ρήμαξαν ό,τι βρήκαν[5]. Μάλιστα, αναφέρεται ότι όταν εισήλθαν στο γραφείο του π. Γεωργίου και άρχιζαν να ξεσχίζουν το Ευαγγέλιο, ο π. Γεώργιος τους εμπόδισε[6]. Ανάγκασαν τον πατέρα και τον θείο του Ιερέως να οδηγήσουν τα ζώα στο χωριό Πρόδρομο, με την συνοδεία δύο οπλισμένων συμμοριτών[7]. Έπειτα έκλεισαν τον π. Γεώργιο σε ένα σταύλο και άρχισαν να τον δέρνουν με λύσσα[8]. Σε λίγο, ο π. Γεώργιος δίψασε και άρχισε νὰ κραυγάζει για λίγο νερό[9]. Η πρεσβυτέρα έτρεξε για να τον ανακουφίσει[10], αλλά οι συμμορίτες πήραν το νερό, που έφερε[11], το περιέχυσαν στον π. Γεώργιο[12] και τους έδειραν και τους δύο[13]. Την επόμενη ημέρα, πήραν τον π. Γεώργιο, όντα ξυπόλητο, μισόγυμνο και μισοπεθαμένο[14] και τον έφεραν στο Γοργογύρι, όπου τον έκλεισαν σε έναν αχυρώνα[15] και τον έδερναν με την σειρά[16].

Ο εφημέριος Γοργογυρίου, μόλις έμαθε το γεγονός, έτρεξε κοντά στον συλλειτουγό του, αλλά οι παρακλήσεις του στους συμμορίτες να αφήσουν ελεύθερο τον π. Γεώργιο απέβησαν άκαρπες[17]. Ο π. Γεώργιος, αφού χαιρέτησε με μεγάλη συγκίνηση τον συνάδελφό του, του είπε: «Ο Θεός γνωρίζει τι θα απογίνω. Εάν με καλέσει κοντά του δια μαρτυρίου, ας είναι ευλογημένο το όνομα Του. Ας γίνει το θέλημά Του»[18].

Όταν ξεκινούσαν είδε την πρεσβυτέρα του να τρέχει κοντά του, με την ελπίδα να τον γλιτώσει, αλλά δεν την άφηναν να πλησιάσει[19]. Ο π. Γεώργιος της φώναξε: «Εδώ είσαι, παπαδιά; Ελπιζε στο Θεό. Εκείνος διευθύνει. Υπομονή!»[20].

Οι συμμορίτες, για να παραπλανήσουν την πρεσβυτέρα ότι δήθεν θα τον αφήσουν ελεύθερο[21], τον ανέβασαν σε ένα ζώο[22]. Μόλις, όμως, βγήκαν απο το χωριό, τον κατέβασαν βάναυσα[23] και όντας μισοπεθαμένος[24], τον ανάγκασαν να πεζοπορεί[25].

Όταν έφθασαν στο Νεραϊδοχώρι, τον έριξαν σε ένα σκοτεινό μπουντρούμι[26] και τον βασάνιζαν ως την Μεγάλη Παρασκευή[27] στις 11 Απριλίου 1947. Εκείνη την ημέρα τον σταύρωσαν ζωντανό[28]. Επίσης, τον πυροβόλησαν στο μέτωπο και στους κροτάφους[29], του έβγαλαν τα μάτια[30], ενώ τον λόγχισαν στην δεξιά πλευρά[31].

Όταν ξεψύχησε, τον πέταξαν σε μια χαράδρα και τον σκέπασαν με πέτρες και κλαδιά[32].

Μόλις το Νεραϊδοχώρι ελευθερώθηκε από τον Εθνικό Στρατό, έψαξαν και βρήκαν τα λείψανα τού μάρτυρος ιερέως, τον οποίο κήδευσαν πανδήμως και με εξήντα Ιερείς στα Τρίκαλα[33].

Φωτογραφίες

Απολυτίκια

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης

Ἱερέων τό κλέος καί μαρτύρων ἀγλάϊσμα καί τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τό τερπνό ἐγκαλλώπισμα, Γεώργιον ὑμνήσωμεν ὡδαῖς, τόν πίστει ὑπομείναντα σταυρόν, δι’ ἀγάπην τοῦ Δεσπότου καί πρός αὐτόν βοήσωμεν γηθόμενοι∙ Δόξα τῷ σέ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σέ ἐνισχύσαντι, δόξα τῷ σέ προστάτην τῶν πιστῶν ταῖς σαῖς πρεσβείαις δείξαντι.

Ἕτερον

Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως

Τῇ γενναίᾳ σου ὁμολογίᾳ καί τῷ αἵματι τοῦ μαρτυρίου, ἱεράν πορφυρίδα ἐνδέδυσαι, καί παρεστώς τῇ Τριάδι ὁλόφωτος ὑπέρ ἡμῶν ἱκετεύεις Γεώργιε, δοῦναι ἄφεσιν πταισμάτων ἡμῖν τοῖς μέλπουσι τά θεῖα καί σεπτά σου κατορθώματα.

Βιβλιογραφία

  • (Β008) Αβαρικιώτου Αριστοτέλους, Οι Νεομάρτυρες της Φυλής (Παπαγεώργης Σκρέκας), Αθήναι 1960, σελ. 21.
  • (Β001) Βαστάκη Κωνσταντίνου, πρωτοπρεσβύτερου, Η προσφορά της Εκκλησίας στη δεκαετία του ΄40, Εταιρεία Ευρυτάνων Επιστημόνων [8], Αθήνα 1996, σελ. 148.
  • (Β009) Λάμπρου Ιερέως, Ο ιερομάρτυς Γεώργιος Σκρέκας και η τιμία αυτού πρεσβυτέρα, Ενωμένη Ρωμηοσύνη, Σειρά: Ορθόδοξο βίωμα 7, Θεσσαλονίκη 2023, σελ. σελ. 25 – 26, 31, 33, 36.
  • (Β005) Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ Έκδοση (Α΄ Έκδοση: 1959), σελ. 204 - 208.

Παραπομπές

  1. (Β009) Λάμπρου Ιερέως, Ο ιερομάρτυς Γεώργιος Σκρέκας και η τιμία αυτού πρεσβυτέρα, Ενωμένη Ρωμηοσύνη, Σειρά: Ορθόδοξο βίωμα 7, Θεσσαλονίκη 2023, σελ. 26.
  2. (Β005) Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ Έκδοση (Α΄ Έκδοση: 1959), σελ. 206.
  3. ο. π.
  4. ο. π., σελ. 205 – 206.
  5. ο. π.
  6. (Β008) Αβαρικιώτου Αριστοτέλους, Οι Νεομάρτυρες της Φυλής (Παπαγεώργης Σκρέκας), Αθήναι 1960, σελ. 21.
  7. (Β005) Μητροπολίτου Λήμνου Διονυσίου, Εκτελεσθέντες και μαρτυρήσαντες κληρικοί 1940 – 1949, Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, Μάρτιος 2009, Β΄ Έκδοση (Α΄ Έκδοση: 1959), σελ. 206.
  8. ο. π.
  9. ο. π.
  10. ο. π.
  11. ο. π.
  12. ο. π.
  13. ο. π., σελ. 206 – 207.
  14. ο. π., σελ. 207.
  15. ο. π.
  16. ο. π.
  17. ο. π.
  18. ο. π.
  19. ο. π.
  20. ο. π.
  21. ο. π.
  22. ο. π.
  23. ο. π.
  24. ο. π.
  25. ο. π.
  26. ο. π.
  27. ο. π.
  28. ο. π., σελ. 208.
  29. ο. π.
  30. ο. π.
  31. ο. π.
  32. ο. π.
  33. ο. π.



Κάθε αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου θα πρέπει να αναφέρει ως πηγή της αναδημοσίευσης, την ιστοσελίδα «Ιερομάρτυρες», καθώς επίσης και την αρθρογράφο - συγγραφέα του άρθρου, Ευαγγελία Κ. Λάππα.